Η Ελλάδα πρέπει να είναι η μόνη χώρα στον κόσμο, στην οποία ο κοσμάκης θα συρθεί να ψηφίσει με το δίλημμα, του αν οι πραγματικοί Φρέντυ Κρούγκερ ήσαν οι προηγούμενοι που τον κυβερνούσαν ή οι επόμενοι…
Αν λάβουμε μάλιστα υπ’ όψιν τις πρόσφατες ατάκες του κ. συντρόφου Αλέξη Μητρόπουλου περί συνέχισης της μνημονιακής πολιτικής, τότε υπάρχει βάσιμη πιθανότητα, οι επόμενοι να ζητήσουν περισσότερο αίμα από όσο πρόφτασαν να πιουν οι προηγούμενοι.
Θα είναι άλλωστε και πιο πεινασμένοι…
Ο εφιάλτης στον δρόμο με τις ψήφους, μόλις τώρα ξεκινάει.
Το ελληνόφωνο πόπολο έχει στηθεί μπροστά στις τηλεοράσεις και παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα την καινούρια αυτή εκδοχή του πιο αιματοβαμμένου πολιτικού θρίλερ των τελευταίων 40 ετών [γιατί πιο πριν είχαμε άλλα…]
Το μόνο που δεν αντιλαμβάνονται οι δυστυχείς είναι πως το αίμα που ρέει στις οθόνες, είναι το δικό τους…
της γαλαζοπράσινης συμμορίας
Το περίεργο δεν είναι ότι η κυρία ουρλιάζει.
Το περίεργο είναι ότι θα πάει να ψηφίσει κάποιους από τους φρέντυ κρούγκερς των καθεστωτικών συμμοριών, για να συνεχίσουν να της ρουφάνε το αίμα!
Το περίεργο δεν είναι ότι η κυρία ουρλιάζει.
Το περίεργο είναι ότι θα πάει να ψηφίσει κάποιους από τους φρέντυ κρούγκερς των καθεστωτικών συμμοριών, για να συνεχίσουν να της ρουφάνε το αίμα!
Στην υπέροχη ταινία του Ν. Νικολαϊδη «Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα», τίθεται το ακόλουθο υπαρξιακό ερώτημα…
-Λοιπόν, ξέρεις πότε άρχισαν όλα αυτά?
Και καπάκι δίδεται η τρομακτική απάντησις…
-Ε λοιπόν, όλα άρχισαν όταν ο Πέρυ Κόμο τραγούδησε τη Γκλεντόρα!
Στη δική μας περίπτωση όλα άρχισαν, όταν η λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου, έβανε μπροστά να τραγουδάειΝταλάρα…
Η τραγωδία της μεταπολίτευσης ήταν ο αργός θάνατος των ιδεολογιών, που οδήγησε μοιραία στην απόλυτη απαξίωση των ίδιων των ιδεών.
Μια σειρά από κομβικές ιδεολογικές διαφορές, που ως τότε χαρακτήριζαν και διαφοροποιούσαν τους συντηρητικούς από τους ριζοσπαστικούς, τους δεξιούς από τους αριστερούς, τους πατριώτες από τους διεθνιστές κ.ο.κ. διαλύθηκαν σε ένα νέφος υπερκαταναλωτισμού, βολέματος και αρπαχτής, όπου εντός του αλέθονταν τα πάντα.
Οι παλιές διαμάχες του πρώτου μισού του 20ου αιώνα μεταξύ, κομμουνιστών και φασιστών ή μεταξύ κρατιστών και φιλελευθέρων ανακατώθηκαν στις κρεατομηχανές των πολυεθνικών και στα γρανάζια των διαπλοκών παράγοντας ανθρώπους-μπιφτέκια, για τους οποίους η μόνη αληθινή ιδεολογία συνοψίζονταν στο τρίπτυχο: «μάσα, βόλεμα, διορισμός!»
Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι την κωμωδία της «γιορτής του Πολυτεχνείου» την καθιέρωσε ένας πρώην συντηρητικός πολιτικός, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ενώ ο ίδιος πραγματοποίησε τις πρώτες κρατικοποιήσεις ιδιωτικών εταιρειών, φορτώνοντας στους φορολογούμενους τις χασούρες των λογής ανδρεάδηδων [όπως φορτώθηκε τώρα το πόπολο τις ρεμούλες της «κακής Αγροτικής»]
Μια νέα τάξη μικροαστών που τρέφονταν παρασιτικά από το δημόσιο με χίλιους δυο τρόπους και μια νέα νομενκλαντούρα από κομματικούς κανάγιες των ΔΕΚΟ, αναδύθηκαν στον ορίζοντα της νεοελληνικής κοινωνίας, οδηγώντας την μοιραία στη χρεωκοπία.
Μπροστά σ’ αυτή την ολοκληρωτική ισοπέδωση αξιών και ιδεών, το να είσαι δεξιός ή αριστερός, άπατρις ή εθνικόφρων, χριστιανός ή μουσουλμάνος, δεν είχε πια κανένα άλλο νόημα, πέραν από το ποια συνδικαλιστική συμμορία θα αναλάμβανε να υποστηρίξει τα προνόμια σου [με το αζημίωτο φυσικά]
Ο ανδρεοπαπανδρεϊσμός, του οποίου άμεσος κληρονόμος είναι ο τσιπρανδρεϊσμός, αναπτύχθηκε σαν τα σαπρόφυτα σε μια λιμνάζουσα εθνική σήψη, κατατρώγοντας οτιδήποτε υγιές είχε να παρουσιάσει αυτό το έθνος, είτε στο πεδίο της οικονομίας, είτε στο πεδίο του πολιτισμού, είτε στο πεδίο της τέχνης.
Οι κατά καιρούς αντικαταστάτες ή οι επίγονοι του Ανδρέα Παπανδρέου, δεν έκαμαν τίποτε άλλο από το να τον μιμηθούν, συμφωνώντας και επαυξάνοντας τις μεθόδους του.
Για παράδειγμα, ο κ. Κώστας Καραμανλής [ο επονομαζόμενος και μικρός] στηρίχτηκε όσο κανείς άλλος στηνψηφοθηρία των διορισμών [stage, δήμοι και άλλα τέτοια ανατριχιαστικά] παρά το ότι δήλωνε οπαδός του «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού» ενώ ο διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου ο σύντροφος καθηγητής Σημίτης,πρόσφερε τα πάντα στις πολυεθνικές και στους μεγαλοκαρχαρίες, λαμβάνοντας επάξια τον τίτλο του αρχιερέα της διαπλοκής.
Αμέσως μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Παπαδόπουλου [και βεβαίως μετά την προδοσία της Κύπρου από τον βαλτό δικτάτορα Ιωαννίδη] ξεκίνησε στην Ελλάδα μια αέναη γιορτή της διαφθοράς, στην οποία κλήθηκαν να συμμετάσχουν οι πάντες, ασχέτως αν αυτοπροσδιορίζονταν ως κομμουνιστές, ως αναρχικοί ή ως βασιλόφρονες.
Με μόνο όρο τη σιωπηρή συνενοχή στη λεηλασία του δημοσίου,που εξασφάλιζε άλλωστε και τη δική τους ασυλία!
Έτσι βρέθηκαν λενινιστές που χτίσανε βίλες στην Εκάλη, υπερπατριώτες που υπογράψανε τον αντιρατσιστικό, θεούσες που συγκατατέθηκαν στην ανέγερση του τεμένους και σοσιαλιστές που τα κονόμησαν επενδύοντας σε μετοχές της πλουτοκρατίας!
Κι όλα αυτά με το πρόσχημα μιας «δημοκρατίας» στην οποία το μοναδικό ανθρώπινο δικαίωμα που γίνονταν σεβαστό ήταν το: «σου επιτρέπω να αρπάζεις εσύ για να μπορώ να αρπάζω κι εγώ…»
Ο φουκαράς νεοέλληνας ψηφοφόρος ζει σήμερα τον εφιάλτη του στον δρόμο με τις ψήφους, γνωρίζοντας βαθιά μέσα του ότι όλα αυτά τα λαμόγια που ζητάνε την ψήφο του, δεν είναι παρά βιομηχανοποιημένα αντίγραφα ενός Φρέντυ Κρούγκερ, τον οποίον όμως εξέθρεψε ο ίδιος και τον έπλασε κατ΄εικόναν και ομοίωσιν του.
Δεν είναι οι λογής μητροπουλαίοι, τσιπρανδρέοι, σταθάκηδες, σμαροβενιζέλοι, κανέλληδες και αδώνιδες που μας μεταποίησαν σε σκώληκες των αγορών και σε ζήτουλες των εθνών.
Είμαστε μείς που τους πλάσαμε σαν τα μούτρα μας.
Και τώρα πρωταγωνιστούμε στο ίδιο θρίλερ, για ακόμα μία φορά, δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι, σαν ξεβρακωμένοι βασιλιάδες σε φτηνή απομίμηση αρχαίας τραγωδίας.
Οι φρέντυ κρούγκερ μας, δεν είναι άλλοι από αντικαθρεπτίσματα του εαυτού μας και της κωμωδίας τρόμου που έχουμε το θράσος να αποκαλούμε «δημοκρατία»
Και να σας πω και κατι ακόμα?
Αν είναι να πάρουμε τον δρόμο με τις ψήφους, ζωντας τον εφιάλτη του, αν οι επόμενοι θα είναι πιο καταστροφικοί από τους προηγούμενους, καλύτερα να μείνουμε σπίτια μας και να πετάξουμε τις τηλεοράσεις τους από τα μπαλκόνια μας…
Εξόν και αν για κάποιους από εμάς, δεν έχουν πεθάνει ακόμα οι ιδέες.
Κι όταν μιλάμε για «ψήφο» εννοούμε έναν αγώνα, ο οποίος μπορεί να διεξαχθεί κάποτε και με πραγματικά όπλα.
Έως θανάτου…
Θα ήταν καλύτερα να είχε μείνει σπίτι της κι ακόμα καλύτερα, να είχε πετάξει την τηλεόραση της
από το μπαλκόνι.
Τουλάχιστον θα είχε τη δικαιολογία ότι έκαμε ότι μπορούσε για να το αποφύγει...
panusis.blogspot.gr