Ελέω της χθεσινής τριμερούς που κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία, που εκφράστηκε μέσω του κοινού ανακοινωθέντος που έκανε λόγο για βούληση "ανακηρύξεως ΑΟΖ όπου δεν εμπλέκεται τρίτη χώρα", αλλά και της θριαμβολογίας των ροζ και ψεκασμένων παπαγάλων, που διαστρεβλώνουν την αλήθεια, σας παραθέτουμε μία ανάλυση (σε δύο μέρη) σχετικά με την διαδικασία ανακηρύξεως της ΑΟΖ και του Διεθνούς Δικαίου πέριξ αυτής.
Ο καθείς μπορεί να αντιληφθεί ότι η Ιστορία της Γεωπολιτικής είναι η Ιστορία της Διεθνούς Διπλωματίας και των συγκρούσεων. Αμφότερες οι δύο προαναφερθείσες έννοιες μοιραία, είτε στρατηγικά, είτε ως αυτοσκοπός, περιστρέφονται γύρω από τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και δη γύρω από τις πρώτες ύλες και τους δρόμους μεταφοράς τους. Οφείλουμε σε αυτό το σημείο, προς άρση κάθε πιθανής παρεξηγήσεως, να πούμε ένα μεγάλο «απεταξάμην» στον υλιστικό τρόπο σκέψης που θέτει ως αίτιο σε όλες τις συγκρούσεις των ανθρώπων τον υλικό παράγοντα, ιδιαιτέρως την στιγμή που η συγκεκριμένη μαρξιστική θεώρηση των πραγμάτων έχει καταρριφθεί ακόμα και από τους ίδιους τους μαρξιστές. Παρότι ο έλεγχος του τρόπου διανομής του χρήματος δεν είναι η κινητήριος δύναμη της Ιστορίας, παραμένει γεγονός ότι, ιδιαιτέρως μετά την Βιομηχανική Επανάσταση, ο έλεγχος των δρόμων του εμπορίου και των μέσων παραγωγής των πρώτων υλών είναι καθοριστικός παράγοντας για το αποτέλεσμα της σύγκρουσης, διπλωματικής, πολιτικής ή πολεμικής.
Η Ελλάδα, ελέω του πλούτου του υπεδάφους της, αλλά και της γεωγραφικής θέσεως της, είναι μία χώρα με προϋποθέσεις για κυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και μία θέση στις τοπικές περιφερειακές δυνάμεις ανά τον κόσμο. Αυτό όμως προϋποθέτει και καθιστά εξαιρετικά επίκαιρα τα ζητήματα της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και της ανακήρυξης της ελληνικής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Επί της ευόδωσης των δύο παραπάνω, το Αιγαίο γίνεται κλειστή ελληνική λίμνη, αποδίδοντας πλήρη έλεγχο της κινήσεως εμπορικών και πολεμικών σκαφών από και προς την ευαίσθητη περιοχή της Κριμαίας, αποκλείοντας ουσιαστικά τους τούρκους στα παράλιά της Μικράς Ασίας και «σφραγίζοντας» τα Δαρδανέλια, ενώ πλέον θεωρούνται άμεσα εκμεταλλεύσιμα τα πλούσια ενεργειακά κοιτάσματα που φιλοξενεί ο βυθός της Ανατολικής Μεσογείου, είτε εντός της ελληνικής ΑΟΖ, είτε εντός της εφαπτόμενης κυπριακής.
Πριν πούμε το οτιδήποτε περαιτέρω επί των ζητημάτων αυτών οφείλουμε να εγκύψουμε στους κανόνες του διεθνούς δικαίου, που τα διέπουν και τα καθορίζουν, ξεκινώντας φυσικά από την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια. Σύμφωνα με την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Σύμβαση του Montego Bay)[1] «Κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να καθορίσει το εύρος της χωρικής του θάλασσας. Το εύρος αυτό δεν υπερβαίνει τα δώδεκα ναυτικά μίλια, μετρούμενα από γραμμές βάσεως καθοριζόμενες σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση»[2], όπου ως γραμμές βάσεως ας έχουμε κατά νου τις ακτές, εκτός ειδικών περιπτώσεων, όπου υπάρχουν «βαθιές κολπώσεις ή οδοντώσεις» οπότε και ορίζεται ειδικώς[3] η χάραξη της ειδικής γραμμής, χωρίς να επηρεάζει την σκέψη μας σε αυτό το σημείο.
Το φλέγον ζήτημα το, οποίο ουδεμία μεταπολιτευτική κυβέρνηση επιλήφθηκε, είναι ότι επί τη υπογραφεί (το 1982) της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θαλάσσης, που περιελάμβανε το δικαίωμα της επεκτάσεως των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, η Τουρκία δήλωσε ευθαρσώς πως θεωρεί αιτία πολέμου (casus belli) την εν λόγω επέκταση αν την υιοθετούσε η Ελλάδα. Επί 33 συναπτά χρόνια και παρά το γεγονός ότι για την κατοχύρωση των εθνικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων έχει χυθεί αίμα Ελλήνων Ηρώων, όπως οι Ήρωες πιλότοι του Πολεμικού μας Ναυτικού, Γιαλοψός, Βλαχάκος, Καραθανάσης, στο επεισόδιο των Ιμίων, η ελλαδική διπλωματία έχει σιωπηρώς αποδεχτεί την δημιουργία γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο. Αντί να καταγγείλει ευθέως τις τουρκικές απειλές και να εφαρμόσει άμεσα τις προσταγές του Διεθνούς Δικαίου, η Ελλάδα, μέσω των προδοτικών κυβερνήσεών της, εκχωρεί εθνική κυριαρχία και ελληνικά εδάφη με αντάλλαγμα «λίγη ησυχία», ξεχνώντας προφανώς ότι ησυχία υπάρχει μονάχα στα νεκροταφεία.
Οφείλουμε σε αυτό το σημείο να κάνουμε μία αξιοσημείωτη νοητική παρένθεση, για να αναλύσουμε το έωλο των τουρκικών επιχειρημάτων επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Η Τουρκία, λόγω του συμφέροντός της, αρνήθηκε να υπογράψει την επίμαχη συνθήκη, που καθορίζει σαφέστατα τόσο την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων, όσο και το ζήτημα της ΑΟΖ που θα συζητήσουμε αμέσως μετά. Έτσι δρα και επιχειρηματολογεί με το σκεπτικό ότι «η Σύμβαση δεσμεύει μόνον τα μέρη της»[4], όμως στην πραγματικότητα «ο κανόνας των 12 ν.μ., όπως και ο τρόπος οριοθέτησης που προβλέπονται από την Σύμβαση έχει γίνει κοινή, πια, πρακτική από ένα μεγάλο μέρος των κρατών, και ουδείς αμφισβητεί το γενικευμένο χαρακτήρα του»[5] και οι συμβάσεις γενικευμένου χαρακτήρα, γίνονται εθιμικό δίκαιο και δεσμεύουν άπαντες, συμβαλλόμενους ή μη. Όσον αφορά την ΑΟΖ «είναι δεδομένο ότι, ως καθεστώς, έχει ενδυθεί εθιμικό χαρακτήρα, κάτι που μάλιστα φαίνεται να είχε επικρατήσει και πριν από την έναρξη ισχύος της Σύμβασης»[6], κοινώς ότι αναφερθεί παρακάτω περί της ΑΟΖ δεσμεύει την Τουρκία, είτε το θέλει, είτε όχι.
Ερχόμενοι στο φλέγον ζήτημα της ΑΟΖ, οφείλουμε πρώτα απ’ όλα να πούμε ότι η έκαστο κράτος έχει το δικαίωμα μονομερούς ανακηρύξεως με εσωτερικό νόμο της ΑΟΖ του σε έκταση που μπορεί να εκτείνεται έως και τα 200 ναυτικά μίλια (εφεξής ν.μ.). Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν διαθέσιμα 400 ν.μ. (ώστε να οριοθετηθούν 200 + 200 ν.μ. από τις ξεχωριστές ΑΟΖ των δύο κρατών), τότε η διεθνής νομολογία επιβάλλει ως μέσο για την «δίκαιη διευθέτηση» την χρήση της «μέσης γραμμής», δηλαδή την γραμμή που ορίζει το μέσο της αποστάσεως μεταξύ των γειτονικών ακτών[7]. Πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις, που δεν αφορούν την περίπτωση των ελληνοτουρκικών διαφορών, μπορούν να αναγκάσουν σε αποκλίσεις από τον παραπάνω κανόνα, ώστε να επιτευχθεί μία δίκαιη λύση. Δεν αφορά, όμως, αυτό, όπως προείπαμε, τις ελληνοτουρκικές διαφορές, αφού αυτές εδράζονται αποκλειστικώς στο αν το Καστελόριζο και η Στρογγύλη επηρεάζει ή όχι στην χάραξη των αποκλειστικών ζωνών των δύο χωρών.
Η ολιγόλογη περιγραφή των διαφορών είναι ότι η Τουρκία ισχυρίζεται ότι το σύμπλεγμα του Καστελόριζου είναι απομονωμένο και βρίσκεται πολύ κοντά στις ακτές της, συνεπώς δεν δικαιούται να συμμετάσχει στην χάραξη των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών. Αντιθέτως η Ελλάδα θεωρεί ότι το Καστελόριζο και η Στρογγύλη είναι ουσιαστικώς μία συνέχεια των Δωδεκανήσων, ανταπαντά ότι δεν είναι σε καμία περίπτωση απομονωμένο, αλλά αντιθέτως είναι απλώς το μέρος ενός συμπλέγματος και επιπροσθέτως έχει οικονομική ζωή, ώστε να δικαιολογεί την συμμετοχή του στην όλη διαδικασία. Η διαφορά μεταξύ των δύο απόψεων είναι μείζονος γεωπολιτικής σημασίας, αφού βάσει της τουρκικής απόψεως οι ΑΟΖ Ελλάδος – Κύπρου δεν εφάπτονται, αλλά παρεμβάλλεται μία τουρκική ζώνη, υψίστης σημασίας. Αντιθέτως βάσει της ελληνικής απόψεως, οι ΑΟΖ των δύο ελληνικών κρατών εφάπτονται, δημιουργώντας έναν ενιαίο χώρο, ο οποίος περιορίζει την τουρκική κυριαρχία στο κατεχόμενο Βόρειο τμήμα της Κύπρου.
[1] Ο φίλος αναγνώστης μπορεί να μελετήσει ολόκληρο το κείμενο της Συνθήκης, όπως και τα σχετικά ΦΕΚ, στον παρακάτω διαδικτυακό σύνδεσμο: https://justiceforgreece.wordpress.com/2013/03/31/%CF%83%CF%8D%CE%BC%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B7%CE%BD%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CF%8E%CE%BD-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B1/
[2] Άρθρο 3 της Σύμβασης του Montego Bay
[3] Άρθρο 7 της Συνθήκης Montego Bay
[4] Χρήστος Λ. Ροζάκης – Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και το Διεθνές Δίκαιο – Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2013, σελ. 58
[5] Ο.π. σελ. 61
[6] Ο.π. σελ. 73
[7] Χαράσσοντας τη «μέση γραμμή» - Άρθρο της Δίπλας Χαριτίνης, καθηγήτριας Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στην εφημερίδα «Το Βήμα»: Δημοσίευση 16 Ιανουαρίου 2011 – Πηγή: http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=378487