Σε Ξάνθη και Κομοτηνή βρέθηκε ο γιος του Ερντογάν, προκειμένου να συναντήσει τους πράκτορες της Άγκυρας, που εντός της ελληνικής επικράτειας εργάζονται για την απόσχιση εδαφών της χώρας. Συγκεκριμένα βρέθηκε στον Εχινό για θρησκευτική τελετή, συνοδευόμενος από τους ψευτομουφτήδες, μετά βρέθηκε στον τάφο του Αχμέτ Σαδίκ και τέλος κατέφτασε στα γραφεία παράνομης οργανώσεως πρακτόρων.
Εκεί είπε τα ακόλουθα ανατριχιαστικά, που αποδεικνύουν ότι οι συγκεκριμένες παράνομες οργανώσεις είναι ουσιαστικά το μακρύ χέρι της Τουρκίας στην περιοχή: «η αύξηση αυτών των εργασιών που γίνονται σε αυτό το πλαίσιο, η διασφάλιση μεγαλύτερης συμμετοχής και η ενδυνάμωση της ενότητας μας, ελπίζω πως θα υπηρετήσει στο να στήσουν τα παιδιά μας και οι επόμενες γενιές ένα καλύτερο μέλλον. Και εμείς στην Τουρκία να ξέρετε πως όταν σας συμβεί κάτι, όταν χρειαστεί ανάγκη, τα αδέρφια σας είναι μοναδικά και είναι δίπλα. Θα μπορείτε να πείτε πως "όταν χρειαστούμε κάτι θα μας βοηθήσουν". Αυτό φυσικά θα σας καταστήσει πιο ισχυρούς. Και εμείς βέβαια θα ερχόμαστε εδώ, θα πίνουμε τον καφέ και το τσάι σας και θα φάμε τα φαγητά σας. Και όλοι μαζί θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε αυτή την κουβέντα και την στοργή. Εγώ είτε για την εδώ Ένωση Τουρκικής Νεολαίας Κομοτηνής είτε και για τους άλλους συλλόγους, εύχομαι την συνέχιση και ευόδωση των εργασιών τους».
Τα λόγια του γιου του Ερντογάν αποτελούν, βεβαίως ευθύ κάλεσμα για προβοκάτσια στην Θράκη, την οποία θα σπεύσει να εκμεταλλευτεί η Τουρκία και οι πράκτορές της. Υπάρχει προσφάτως, μάλιστα, η εμπειρία της πυρκαγιάς από βραχυκύκλωμα σε ένα τζαμί της περιοχής, που επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί ως «εμπρησμός» από τους πράκτορες, παρά την έκθεση της Πυροσβεστικής.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες θα πρέπει επιτέλους να εφαρμόσουν το νόμο και να σταματήσουν τους πράκτορες της Τουρκίας από τη διενέργεια του παιγνίου τους μέσα στην χώρα μας. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί μέριμνα ώστε οι Έλληνες μουσουλμάνοι να μην αισθάνονται απόβλητοι και να μην αφήνονται βορά στα χέρια του τουρκικού προξενείου. Όμως τι να περιμένει κανείς από μία κυβέρνηση στελέχη της οποίας θεωρούν την θρησκευτική μειονότητα ως «ένα τουρκικό πράγμα».