Το 1990 η Ρωσία, η τότε Σοβιετική Ένωση, ήταν μια χώρα η οποία είχε καταστραφεί, είχε διαλυθεί οικονομικά και στρατιωτικά. Ουσιαστικά ήταν μια χώρα τριτοκοσμικού επιπέδου. Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν είχαν ούτε το προσωπικό αλλά ούτε και τα οικονομικά μέσα για να εξασφαλίσουν την άμυνα και ασφάλεια της ρωσικής επικράτειας και η μόνη αποτρεπτική ισχύς των ήταν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο. Μετά παρέλευση 25 ετών η ρωσική πολεμική βιομηχανία και η βιομηχανία γενικότερα έχει αναστηθεί, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν εκσυγχρονιστεί και η ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας έχει σταθεροποιηθεί, ενώ η οικονομική ευρωστία των πολιτών της χώρας βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο, επίπεδο μη συγκρινόμενο με την φρικτή οικονομική κατάσταση της σοβιετικής περιόδου.
Το λογικό ερώτημα που προκύπτει από αυτή την μετάλλαξη της τελευταίας 25-ετίας του ρωσικού κράτους είναι το εξής: Πρώτον γιατί οι ΗΠΑ έδωσαν το χρονικό περιθώριο στην Ρωσία να αναγεννηθεί από τις σοβιετικές στάχτες και δεν την κατέστρεψαν ολοσχερώς όταν είχαν αναμφίβολα αυτή την δυνατότητα πριν από 10 έως 15 χρόνια, και δεύτερον γιατί η αντιπαράθεση Ουάσιγκτον-Μόσχας που υφίσταται σήμερα δεν ξεκίνησε προ πολλών ετών όταν οι ΗΠΑ είχαν γεωπολιτικά το πάνω χέρι.
Η Ρωσία την δεκαετία 1990-2000 ήταν μια όπως προαναφέραμε καταστραμμένη χώρα, υπενθυμίζουμε ότι το 1998 είχε πτωχεύσει, ενώ την ίδια περίοδο το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει την εξάπλωση και την επεκτατική τους πολιτική στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας. Η Ρωσία αυτή την περίοδο δεν μπορούσε να αντιταχθεί σε αυτή την πολιτική, αφού η οποιαδήποτε αντίδραση της θα είχε ως επακόλουθο τον τελειωτικό οικονομικό της στραγγαλισμό και την πλήρη εσωτερική αποσταθεροποίηση, αν λάβουμε υπόψη μας ότι εκείνη την εποχή η χώρα εξαρτάτο αποκλειστικά από τα δάνεια της διεθνούς οικονομικής ολιγαρχίας.
Η ρωσική ηγεσία και η ρωσική διπλωματία είχαν πλήρη επίγνωση της διαμορφωθείσης κατάστασης, αλλά γνώριζαν επίσης ότι έπρεπε να επιλύσουν ένα τεράστιο πρόβλημα. Έπρεπε να εδραιώσουν όσο το δυνατόν την επιρροή της Μόσχας στα μετασοβιετικά ανεξάρτητα πλέον κράτη, να συμμαχήσουν με φιλικές κυβερνήσεις που αντιστέκονταν στην νεοιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ και ταυτόχρονα να δώσουν την εντύπωση στην Ουάσιγκτον ότι η Ρωσία ήταν έτοιμη να κάνει στρατηγικές παραχωρήσεις, να υποστεί δηλαδή μείωση της γεωστρατηγικής της επιρροής.
Η ρωσική διπλωματία κατάφερε να καλλιεργήσει αυτή την ψευδαίσθηση της στρατηγικής υποχωρητικότητας και παρέσυρε την Ουάσιγκτον να πιστέψει ότι το ρωσικό πρόβλημα είχε βρει την λύση του και ήταν θέμα χρόνου η τελική υποταγή της Μόσχας στους αμερικανοσιωνιστικούς σχεδιασμούς. Η ρωσική διπλωματία εξασφάλισε έτσι πολύτιμο χρόνο και η ρωσική ηγεσία σε αυτό το διάστημα ανασύνταξε και αναμόρφωσε την χώρα μέσα από τα σοβιετικά αποκαΐδια. Η ρωσική διπλωματία κέρδισε για την χώρα 10-15 χρόνια που ήταν απαραίτητα για να μεταρρυθμιστεί η Ρωσική Ομοσπονδία και να φτάσει στο επίπεδο που είναι σήμερα, ένα επίπεδο το οποίο πλέον ουδείς δύναται να αμφισβητήσει.
Συγχρόνως η Ρωσία την ίδια περίοδο των 10-15 ετών κατάφερε να ανασυγκροτήσει τον μετασοβιετικό χώρο δημιουργώντας την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση, ενώ προώθησε μαζί με την Κίνα την Οργάνωση Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organisation) καθώς και την οικονομική συμμαχία των BRICS, με σκοπό την παγκόσμια ολοκλήρωση μιας ασπίδας ενάντια στην αμερικανοσιωνιστική πολιτική.
Η ρωσική διπλωματία έδρεψε τις δάφνες της στην κρίση της Κριμαίας-Ουκρανίας και λίγο αργότερα στην κρίση της Συρίας-Μέσης Ανατολής, στο πλαίσιο όμως αυτής της ανάλυσης δεν είναι σκόπιμο να αναφερθούμε λεπτομερειακά στις στρατηγικές της δράσεις αναφορικά με τις πτυχές αυτών των κρίσεων, κάτι που ήδη έχουμε πράξει με άλλες αναρτήσεις μας. Αυτό όμως που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι το εξής: Η Ρωσία τα μετασοβιετικά χρόνια κατόρθωσε χάριν της διπλωματίας της να αναγνωριστεί και να εμπεδωθεί ως ηγέτιδα δύναμη χωρίς να προσφύγει σε επεκτατικούς πολέμους, χωρίς την δημιουργία ταραχών και επιθετικών δραστηριοτήτων, χωρίς να αιματοκυλήσει κάποια χώρα, χωρίς να εξολοθρεύσει αθώους ανθρώπους, πετυχαίνοντας ταυτόχρονα να αμφισβητήσει τα γεωπολιτικά σχέδια των ΗΠΑ.
Για το επόμενο διάστημα, για τα επόμενα χρόνια, αυτό που θα είναι σημαντικό για την Μόσχα είναι η κεφαλαιοποίηση των κερδών που επέφερε η στρατηγική τακτική της ρωσικής διπλωματίας. Κέρδη που δεν θα κεφαλαιοποιήσει μόνο η Ρωσία, αλλά και οι μικροί και μεγάλοι σύμμαχοι της.